διαπρέπεια: Difference between revisions
From LSJ
Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir
(6_9) |
(big3_11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαπρέπεια''': ἡ, [[μεγαλοπρέπεια]], Ἑβδ. Ἀκύλ. καὶ Σύμμαχ. Δευτερ. λγ΄, 17, Ψαλμ. κη΄, 2, ρθ΄, 3. | |lstext='''διαπρέπεια''': ἡ, [[μεγαλοπρέπεια]], Ἑβδ. Ἀκύλ. καὶ Σύμμαχ. Δευτερ. λγ΄, 17, Ψαλμ. κη΄, 2, ρθ΄, 3. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ [[grandeza]] Aq.<i>Ps</i>.28.2. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:24, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A magnificence, Aq.Ps.28(29).2,al.
German (Pape)
[Seite 598] ἡ, die Pracht, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
διαπρέπεια: ἡ, μεγαλοπρέπεια, Ἑβδ. Ἀκύλ. καὶ Σύμμαχ. Δευτερ. λγ΄, 17, Ψαλμ. κη΄, 2, ρθ΄, 3.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ grandeza Aq.Ps.28.2.