αὐθαδιάζομαι: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source
(6_5)
m (pape replacement)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''αὐθᾱδιάζομαι''': ἀποθ. μεταγ. τύπ. ἀντὶ τοῦ ἑπομ., Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 5. 3, 4, ἀμφ. παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 237: -[[ἐντεῦθεν]] -διασμός, ὁ, Ἰω. Χρυσ. τ. 2. σ. 110, 25, Θεόδ. Στουδ. σ. 573.
|lstext='''αὐθᾱδιάζομαι''': ἀποθ. μεταγ. τύπ. ἀντὶ τοῦ ἑπομ., Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 5. 3, 4, ἀμφ. παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 237: -[[ἐντεῦθεν]] -διασμός, ὁ, Ἰω. Χρυσ. τ. 2. σ. 110, 25, Θεόδ. Στουδ. σ. 573.
}}
{{pape
|ptext=[θᾱ], = [[αὐθαδίζομαι]], bei Sp., wie Polem. 2.24. S. Lobeck ad Phryn. p. 66.
}}
}}

Revision as of 17:09, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐθαδιάζομαι Medium diacritics: αὐθαδιάζομαι Low diacritics: αυθαδιάζομαι Capitals: ΑΥΘΑΔΙΑΖΟΜΑΙ
Transliteration A: authadiázomai Transliteration B: authadiazomai Transliteration C: afthadiazomai Beta Code: au)qadia/zomai

English (LSJ)

or αὐθαδ-ειάζομαι, late form for sq., J.BJ5.3.4, Polem.Call.24, S.E.P.1.237, Procop. Arc.14,15, Lib.Decl.15.47.

Greek (Liddell-Scott)

αὐθᾱδιάζομαι: ἀποθ. μεταγ. τύπ. ἀντὶ τοῦ ἑπομ., Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 5. 3, 4, ἀμφ. παρὰ Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 237: -ἐντεῦθεν -διασμός, ὁ, Ἰω. Χρυσ. τ. 2. σ. 110, 25, Θεόδ. Στουδ. σ. 573.

German (Pape)

[θᾱ], = αὐθαδίζομαι, bei Sp., wie Polem. 2.24. S. Lobeck ad Phryn. p. 66.