Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Καππαδοκίζω: Difference between revisions

From LSJ
(6_8)
 
(1ab)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Καππᾰδοκίζω''': εὐνοῶ τοὺς Καππαδόκας (Καππαδόκαι, ῶν, Ἡροδ.· ἢ Καππάδοκες, ων, Στράβ.), ἐκόλαζε τοὺς καππαδοκίσαντας Ἀππ. Μιθρ, 53. - Παθ., φέρομαι ὡς οἱ Καππαδόκαι, δηλ. φέρομαι δειλῶς, δολίως, πανούργως, Ἀνθ. Π. 11. 238.
|lstext='''Καππᾰδοκίζω''': εὐνοῶ τοὺς Καππαδόκας (Καππαδόκαι, ῶν, Ἡροδ.· ἢ Καππάδοκες, ων, Στράβ.), ἐκόλαζε τοὺς καππαδοκίσαντας Ἀππ. Μιθρ, 53. - Παθ., φέρομαι ὡς οἱ Καππαδόκαι, δηλ. φέρομαι δειλῶς, δολίως, πανούργως, Ἀνθ. Π. 11. 238.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[from [[Καππαδόκαι]]<br />to [[favour]] the Cappadocians,Hdt.:—Pass. to [[play]] the Cappadocian, Anth.
}}
}}

Latest revision as of 23:50, 9 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

Καππᾰδοκίζω: εὐνοῶ τοὺς Καππαδόκας (Καππαδόκαι, ῶν, Ἡροδ.· ἢ Καππάδοκες, ων, Στράβ.), ἐκόλαζε τοὺς καππαδοκίσαντας Ἀππ. Μιθρ, 53. - Παθ., φέρομαι ὡς οἱ Καππαδόκαι, δηλ. φέρομαι δειλῶς, δολίως, πανούργως, Ἀνθ. Π. 11. 238.

Middle Liddell

[from Καππαδόκαι
to favour the Cappadocians,Hdt.:—Pass. to play the Cappadocian, Anth.