ἀνατρεπτέον: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
(6_20) |
(big3_4) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνατρεπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀνατρέπω]], πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, [[ἀνατρεπτέον]] ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49. | |lstext='''ἀνατρεπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀνατρέπω]], πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, [[ἀνατρεπτέον]] ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[hay que refutar]] τὰ ἤδη ὡμολογημένα Luc.<i>Herm</i>.49, cf. Gal.4.620.<br /><b class="num">2</b> [[hay que volver]] Orib.<i>Ec</i>.146.13. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:13, 21 August 2017
English (LSJ)
A one must overthrow, refute, Luc.Herm.49, Gal.4.620. 2 one must go back, return, Orib.Fr.142.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνατρεπτέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀνατρέπω, πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, ἀνατρεπτέον ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49.
Spanish (DGE)
1 hay que refutar τὰ ἤδη ὡμολογημένα Luc.Herm.49, cf. Gal.4.620.
2 hay que volver Orib.Ec.146.13.