περσύας: Difference between revisions

From LSJ

ἴσον ἔχουσαν πατρὶ μένος καὶ ἐπίφρονα βουλήν (Hesiod, Theogony 896) → equal to her father in strength and in wise understanding (on Athena necklace)

Source
(6_1)
(32)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''περσύας''': (ἐξυπακ. [[οἶνος]]), ὁ,· «[[περσύας]]· ὁ περυσινὸς [[οἶνος]], [[οἷον]] περυσίας τις ὢν» Γαλην. Ἱππ. γλωσσῶν ἐξήγ. σ. 544.
|lstext='''περσύας''': (ἐξυπακ. [[οἶνος]]), ὁ,· «[[περσύας]]· ὁ περυσινὸς [[οἶνος]], [[οἷον]] περυσίας τις ὢν» Γαλην. Ἱππ. γλωσσῶν ἐξήγ. σ. 544.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />(ενν. [[οἶνος]])<br />περυσινό [[κρασί]] («[[περσύας]]<br />ὁ περισυνὸς [[οἶνος]], οἶον περισύας τις ὤν», <b>Γαλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πέρσυ]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ας</i>].
}}
}}

Revision as of 12:17, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 603] u. περσυνός, = περυσίας, περυσινός, Galen. u. VLL.

Greek (Liddell-Scott)

περσύας: (ἐξυπακ. οἶνος), ὁ,· «περσύας· ὁ περυσινὸς οἶνος, οἷον περυσίας τις ὢν» Γαλην. Ἱππ. γλωσσῶν ἐξήγ. σ. 544.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(ενν. οἶνος)
περυσινό κρασίπερσύας
ὁ περισυνὸς οἶνος, οἶον περισύας τις ὤν», Γαλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πέρσυ + κατάλ. -ας].