ἀνωφέρεια: Difference between revisions
From LSJ
Σοφοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ σοφός → Dat sapere consors vita cum sapientibus → Der Umgang macht mit Weisen weise dich auch selbst
(6_10) |
(big3_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνωφέρεια''': ἡ, ἡ πρὸς τὰ ἄνω [[φορά]], ἢ ἀνήφορος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[κατωφέρεια]], Ἀλεξ. Ἀφρ. Πρβλ. 1. 92. | |lstext='''ἀνωφέρεια''': ἡ, ἡ πρὸς τὰ ἄνω [[φορά]], ἢ ἀνήφορος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[κατωφέρεια]], Ἀλεξ. Ἀφρ. Πρβλ. 1. 92. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[movimiento ascendente]]op. κατωφέρεια Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.92.<br /><b class="num">2</b> [[proyección hacia arriba]] τοῦ φωτός <i>Corp.Herm</i>.16.8.3. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:15, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A motion upwards, opp. κατωφ., Alex.Aphr.Pr.1.92.
German (Pape)
[Seite 269] ἡ, die Bewegung nach oben; die Steilheit, Sp. Von
Greek (Liddell-Scott)
ἀνωφέρεια: ἡ, ἡ πρὸς τὰ ἄνω φορά, ἢ ἀνήφορος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ κατωφέρεια, Ἀλεξ. Ἀφρ. Πρβλ. 1. 92.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
1 movimiento ascendenteop. κατωφέρεια Alex.Aphr.Pr.1.92.
2 proyección hacia arriba τοῦ φωτός Corp.Herm.16.8.3.