ὀξύγαρον: Difference between revisions

From LSJ

Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς προσδέχου συμβουλίαν → Tu non nisi a prudente consilium pete → Von einem weisen Mann nur nimm Beratung an

Menander, Monostichoi, 476
(6_21)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀξύγαρον''': τό, ἄρτυμα ἐξ ὄξους καὶ γάρου, Ἀθήν. 67Ε, 366C, Α. Β. 56.
|lstext='''ὀξύγαρον''': τό, ἄρτυμα ἐξ ὄξους καὶ γάρου, Ἀθήν. 67Ε, 366C, Α. Β. 56.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀξύγαρον]] και [[ὀξόγαρον]], τὸ (Α)<br />[[άρτυμα]] από [[ξίδι]] και γάρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄξος]] «[[ξίδι]]» <span style="color: red;">+</span> [[γάρος]] «[[άλμη]]»].
}}
}}

Revision as of 12:09, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀξῠγᾰρον Medium diacritics: ὀξύγαρον Low diacritics: οξύγαρον Capitals: ΟΞΥΓΑΡΟΝ
Transliteration A: oxýgaron Transliteration B: oxygaron Transliteration C: oksygaron Beta Code: o)cu/garon

English (LSJ)

τό,

   A sauce of vinegar and γάρον, Arr. Epict.2.20.30, Gal.6.534, Ath.2.67e, 9.366c:—also ὀξόγαρον, Gloss., condemned by Phryn.PSp.97 B.

German (Pape)

[Seite 352] τό, eine Brühe von Essig und garum, Ath. II, 67 e.

Greek (Liddell-Scott)

ὀξύγαρον: τό, ἄρτυμα ἐξ ὄξους καὶ γάρου, Ἀθήν. 67Ε, 366C, Α. Β. 56.

Greek Monolingual

ὀξύγαρον και ὀξόγαρον, τὸ (Α)
άρτυμα από ξίδι και γάρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄξος «ξίδι» + γάρος «άλμη»].