συνεθιστέον: Difference between revisions
From LSJ
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
(6_20) |
(6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνεθιστέον''': ῥηματ. ἐπίθετ., πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ ἑαυτόν, Πλάτ. Πολ. 520C. II. πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ, τινὰ [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 522D· τινὰ ποιεῖν τι [[αὐτόθι]] 11C. | |lstext='''συνεθιστέον''': ῥηματ. ἐπίθετ., πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ ἑαυτόν, Πλάτ. Πολ. 520C. II. πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ, τινὰ [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 522D· τινὰ ποιεῖν τι [[αὐτόθι]] 11C. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''συνεθιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[συνεθίζω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να συνηθίσει, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:00, 31 December 2018
English (LSJ)
A one must accustom oneself, c. inf., Pl.R.520c. II one must accustom, πρὸς ταῦτα σ. αὑτούς, folld. by infs., Plu.2.522d.
Greek (Liddell-Scott)
συνεθιστέον: ῥηματ. ἐπίθετ., πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ ἑαυτόν, Πλάτ. Πολ. 520C. II. πρέπει τις νὰ συνηθίσῃ, τινὰ πρός τι Πλούτ. 2. 522D· τινὰ ποιεῖν τι αὐτόθι 11C.
Greek Monotonic
συνεθιστέον: ρημ. επίθ. του συνεθίζω, αυτό που πρέπει κάποιος να συνηθίσει, σε Πλάτ.