συγκαλυπτός: Difference between revisions
From LSJ
ὅνος λύρας ἀκούει κινῶν τά ὦτα → a donkey hears the lyre and wiggles its ears, caviar to the general
(6_11) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγκᾰλυπτός''': -ή, -όν, περικεκαλυμμένος, περιτετυλιγμένος, κνίσῃ κῶλα σ. Αἰσχλυλ. Πρ. 496. | |lstext='''συγκᾰλυπτός''': -ή, -όν, περικεκαλυμμένος, περιτετυλιγμένος, κνίσῃ κῶλα σ. Αἰσχλυλ. Πρ. 496. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><i>adj. verb. de</i> [[συγκαλύπτω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:23, 9 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A wrapped up, κνίσῃ κῶλα σ. ib.496.
German (Pape)
[Seite 964] von allen Seiten bedeckt od. verhüllt, κνίσσῃ τε κῶλα συγκαλυπτά, Aesch. Prom. 494.
Greek (Liddell-Scott)
συγκᾰλυπτός: -ή, -όν, περικεκαλυμμένος, περιτετυλιγμένος, κνίσῃ κῶλα σ. Αἰσχλυλ. Πρ. 496.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
adj. verb. de συγκαλύπτω.