μύτης: Difference between revisions

From LSJ

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
(6_19)
(26)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μύτης''': -ου, ὁ, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ [[μύτις]] 2.
|lstext='''μύτης''': -ου, ὁ, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ [[μύτις]] 2.
}}
{{grml
|mltxt=[[μύτης]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[μυττός]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τ. που έχει διορθωθεί σε [[μύτις]]].
}}
}}

Revision as of 11:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μύτης Medium diacritics: μύτης Low diacritics: μύτης Capitals: ΜΥΤΗΣ
Transliteration A: mýtēs Transliteration B: mytēs Transliteration C: mytis Beta Code: mu/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A = μυττός, Hsch. μυτικίζειν· κολάζειν, Id.

German (Pape)

[Seite 223] ὁ, = μυττός, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

μύτης: -ου, ὁ, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ μύτις 2.

Greek Monolingual

μύτης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «μυττός».
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. που έχει διορθωθεί σε μύτις].