ὕπερα: Difference between revisions

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source
(6_22)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὕπερα''': -ων, τά, σχεδὸν ταὐτὸν τῷ πηνία (ΙΙ), (ἴδε Σουΐδ. ἐν λ. [[πηνίον]]), Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστορ. 5. 19, 9. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ὕπερα]]˙ σκώληκές τινες».
|lstext='''ὕπερα''': -ων, τά, σχεδὸν ταὐτὸν τῷ πηνία (ΙΙ), (ἴδε Σουΐδ. ἐν λ. [[πηνίον]]), Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστορ. 5. 19, 9. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ὕπερα]]˙ σκώληκές τινες».
}}
{{pape
|ptext=τά, <i>eine [[Raupenart]], die sogenannten Spannenmesser, [[geometra]]</i>, Arist. <i>H.A</i>. 5.19.
}}
}}

Latest revision as of 16:33, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

ὕπερα: -ων, τά, σχεδὸν ταὐτὸν τῷ πηνία (ΙΙ), (ἴδε Σουΐδ. ἐν λ. πηνίον), Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστορ. 5. 19, 9. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ὕπερα˙ σκώληκές τινες».

German (Pape)

τά, eine Raupenart, die sogenannten Spannenmesser, geometra, Arist. H.A. 5.19.