συννέφεια: Difference between revisions
From LSJ
Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei
(6_9) |
(40) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συννέφεια''': ἢ -ία, ἡ, ὡς καὶ νῦν, ἡ «συννεφιά», Ἀριστοτέλ. Προβλ. 26. 38 ([[γλώσσημα]] πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[ἐπίνεψις]]), Σχόλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 573, Ἐτυμολ. Μέγ. 236, 29, Ἐκκλ. | |lstext='''συννέφεια''': ἢ -ία, ἡ, ὡς καὶ νῦν, ἡ «συννεφιά», Ἀριστοτέλ. Προβλ. 26. 38 ([[γλώσσημα]] πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ [[ἐπίνεψις]]), Σχόλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 573, Ἐτυμολ. Μέγ. 236, 29, Ἐκκλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, ΝΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[συννεφιά]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:54, 29 September 2017
English (LSJ)
or συννεφ-ία, ἡ,
A clouded sky, Arist.Pr.[944b26] (as gloss on ἐπίνεψιν), Ptol.Tetr.84, Thd.Jb.3.5, Olymp.Hist.p.463D., Cat.Cod. Astr.2.161, Sch.Ar.Nu.583, EM236.29.
Greek (Liddell-Scott)
συννέφεια: ἢ -ία, ἡ, ὡς καὶ νῦν, ἡ «συννεφιά», Ἀριστοτέλ. Προβλ. 26. 38 (γλώσσημα πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ ἐπίνεψις), Σχόλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 573, Ἐτυμολ. Μέγ. 236, 29, Ἐκκλ.
Greek Monolingual
ἡ, ΝΜΑ
βλ. συννεφιά.