ἐγρηγόρσιος: Difference between revisions
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
(6_16) |
(big3_13) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐγρηγόρσιος''': -ον, «ἐγρηγόρσιον, τὸ ποιοῦν ἐγρηγορέναι [[εἴτε]] [[βρῶμα]] [[εἴτε]] [[ἄλλο]] τι τοιοῦτον. Φερεκράτης ἐγρηγόρσιον, [[τουτέστι]] παυσινύσταλον» Ἐτυμ. Μ. 312. 18 (Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 9). | |lstext='''ἐγρηγόρσιος''': -ον, «ἐγρηγόρσιον, τὸ ποιοῦν ἐγρηγορέναι [[εἴτε]] [[βρῶμα]] [[εἴτε]] [[ἄλλο]] τι τοιοῦτον. Φερεκράτης ἐγρηγόρσιον, [[τουτέστι]] παυσινύσταλον» Ἐτυμ. Μ. 312. 18 (Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 9). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que despierta]], [[que espabila]]de la borrachera, Pherecr.237. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:06, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A keeping awake, Pherecr.208.
German (Pape)
[Seite 712] munter, wach erhaltend, E. M. 312, 19 aus Pherecr.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγρηγόρσιος: -ον, «ἐγρηγόρσιον, τὸ ποιοῦν ἐγρηγορέναι εἴτε βρῶμα εἴτε ἄλλο τι τοιοῦτον. Φερεκράτης ἐγρηγόρσιον, τουτέστι παυσινύσταλον» Ἐτυμ. Μ. 312. 18 (Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 9).
Spanish (DGE)
-ον
que despierta, que espabilade la borrachera, Pherecr.237.