διαλυγίζω: Difference between revisions

From LSJ

σφάγιον ἐπ' ὀλέθρῳ, γυναικεῖον ἀμφικεῖσθαι μόρον → my wife's death, lies upon me, bringing destruction after death | Is it that now there waits in store for me, my own wife's death to crown my misery

Source
(6_2)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαλῠγίζω''': [[λυγίζω]] κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, [[συστρέφω]]· διαλύγισμα, τό, [[κάμψις]], ἀμφότερα παρ᾽ Ἡσυχ.
|lstext='''διαλῠγίζω''': [[λυγίζω]] κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, [[συστρέφω]]· διαλύγισμα, τό, [[κάμψις]], ἀμφότερα παρ᾽ Ἡσυχ.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[doblar]], [[curvar]] Hsch.s.u. διαλυγίσαντες.
}}
}}

Revision as of 12:24, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαλῠγίζω Medium diacritics: διαλυγίζω Low diacritics: διαλυγίζω Capitals: ΔΙΑΛΥΓΙΖΩ
Transliteration A: dialygízō Transliteration B: dialygizō Transliteration C: dialygizo Beta Code: dialugi/zw

English (LSJ)

   A twist about, and διαλῠγ-ισμα, ατος, τό, bend, both in Hsch.

German (Pape)

[Seite 588] sehr biegen, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

διαλῠγίζω: λυγίζω κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, συστρέφω· διαλύγισμα, τό, κάμψις, ἀμφότερα παρ᾽ Ἡσυχ.

Spanish (DGE)

doblar, curvar Hsch.s.u. διαλυγίσαντες.