μεταλλόχρυσος: Difference between revisions
From LSJ
πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
(6_18) |
(25) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεταλλόχρῡσος''': -ον, ὁ περιέχων [[μέταλλον]] χρυσοῦ, Παύλ. Σιλεντ. εἰς τὰ ἐν Πυθίοις Θερμὰ 44. | |lstext='''μεταλλόχρῡσος''': -ον, ὁ περιέχων [[μέταλλον]] χρυσοῦ, Παύλ. Σιλεντ. εἰς τὰ ἐν Πυθίοις Θερμὰ 44. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεταλλόχρυσος]], -ον (Α)<br />αυτός που περιέχει [[μέταλλο]] χρυσού («[[μεταλλόχρυσος]] γαῑα», Παύλ. Σιλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλον]] <span style="color: red;">+</span> [[χρυσός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:28, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 149] Gold enthaltend, γαῖα, Paul. Sil. 74, 44.
Greek (Liddell-Scott)
μεταλλόχρῡσος: -ον, ὁ περιέχων μέταλλον χρυσοῦ, Παύλ. Σιλεντ. εἰς τὰ ἐν Πυθίοις Θερμὰ 44.
Greek Monolingual
μεταλλόχρυσος, -ον (Α)
αυτός που περιέχει μέταλλο χρυσού («μεταλλόχρυσος γαῑα», Παύλ. Σιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλον + χρυσός.