ἑπτάσημος: Difference between revisions
From LSJ
(6_16) |
(14) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑπτάσημος''': -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑπτὰ χρονικῶν σημείων, Ἡφαιστ. 11. 9. | |lstext='''ἑπτάσημος''': -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑπτὰ χρονικῶν σημείων, Ἡφαιστ. 11. 9. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἑπτάσημος]], -ον (Α)<br />αυτός που απαρτίζεται από [[επτά]] χρονικά [[σημεία]] («ἑπτάσημοι συζυγίαι», Ηφαίστ.). | |||
}} | }} |
Revision as of 07:12, 29 September 2017
English (LSJ)
[ᾰ], ον,
A of seven times, in metre, συζυγίαι Heph.11.5, cf. 12.1, Aristid.Quint.1.14.
German (Pape)
[Seite 1013] siebenzeitig, Hephaest.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτάσημος: -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑπτὰ χρονικῶν σημείων, Ἡφαιστ. 11. 9.
Greek Monolingual
ἑπτάσημος, -ον (Α)
αυτός που απαρτίζεται από επτά χρονικά σημεία («ἑπτάσημοι συζυγίαι», Ηφαίστ.).