ἀκεστορία: Difference between revisions

From LSJ

Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur

Menander, Monostichoi, 560
(6_10)
(2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκεστορία''': ἡ, ἡ [[τέχνη]] τοῦ θεραπεύειν, Ἀπολλ. Ρόδ. 2, 512, Ἀνθ. Π. 9. 349, καὶ ἀλλ., κτλ.
|lstext='''ἀκεστορία''': ἡ, ἡ [[τέχνη]] τοῦ θεραπεύειν, Ἀπολλ. Ρόδ. 2, 512, Ἀνθ. Π. 9. 349, καὶ ἀλλ., κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀκεστορία]], η (Α) [[ἀκέστωρ]]<br />η θεραπευτική, η ιατρική.
}}
}}

Revision as of 06:19, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκεστορία Medium diacritics: ἀκεστορία Low diacritics: ακεστορία Capitals: ΑΚΕΣΤΟΡΙΑ
Transliteration A: akestoría Transliteration B: akestoria Transliteration C: akestoria Beta Code: a)kestori/a

English (LSJ)

ἡ,

   A the healing art, A.R.2.512, APl.4.272 (Leont.), Max.314.

German (Pape)

[Seite 71] ἡ, Heil- und Arzneikunst, Ap. Rh. 2, 512: oft in Anth.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκεστορία: ἡ, ἡ τέχνη τοῦ θεραπεύειν, Ἀπολλ. Ρόδ. 2, 512, Ἀνθ. Π. 9. 349, καὶ ἀλλ., κτλ.

Greek Monolingual

ἀκεστορία, η (Α) ἀκέστωρ
η θεραπευτική, η ιατρική.