ἀκροπενθής: Difference between revisions

From LSJ

πάντων χρηµάτων µέτρον ἐστίν ἄνθρωπος, τῶν µέν ὄντων ὡς ἐστιν, τῶν δέ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν → man is the measure of all things, of things which are, that they are, and of things which are not, that they are not (Protagoras fr.1)

Source
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκροπενθής''': -ές, εἰς ὑπερβολὴν τεθλιμμένος, Αἰσχύλ. Πέρσ. 135 (λυρ.)· ἀλλ’ ὁ Paley γράφει ἁβροπενθεῖς, ἁβρῶς πενθοῦσαι, ἐκ τοῦ Σχολ., πρβλ. [[ἁβρόγοος]].
|lstext='''ἀκροπενθής''': -ές, εἰς ὑπερβολὴν τεθλιμμένος, Αἰσχύλ. Πέρσ. 135 (λυρ.)· ἀλλ’ ὁ Paley γράφει ἁβροπενθεῖς, ἁβρῶς πενθοῦσαι, ἐκ τοῦ Σχολ., πρβλ. [[ἁβρόγοος]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />extrêmement affligé.<br />'''Étymologie:''' [[ἄκρος]], [[πένθος]].
}}
}}

Revision as of 19:40, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκροπενθής Medium diacritics: ἀκροπενθής Low diacritics: ακροπενθής Capitals: ΑΚΡΟΠΕΝΘΗΣ
Transliteration A: akropenthḗs Transliteration B: akropenthēs Transliteration C: akropenthis Beta Code: a)kropenqh/s

English (LSJ)

ές,

   A f.l. for ἁβρο-, A.Pers.135 (lyr.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀκροπενθής: -ές, εἰς ὑπερβολὴν τεθλιμμένος, Αἰσχύλ. Πέρσ. 135 (λυρ.)· ἀλλ’ ὁ Paley γράφει ἁβροπενθεῖς, ἁβρῶς πενθοῦσαι, ἐκ τοῦ Σχολ., πρβλ. ἁβρόγοος.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
extrêmement affligé.
Étymologie: ἄκρος, πένθος.