ἀνάλεκτος: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends

Source
(6_16)
(big3_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνάλεκτος''': -ον, [[ἐκλεκτός]], [[ἐξαίρετος]], γυναῖκες ἀν. τὸ [[κάλλος]] Ἐπιστ. Σωκρ. 9.
|lstext='''ἀνάλεκτος''': -ον, [[ἐκλεκτός]], [[ἐξαίρετος]], γυναῖκες ἀν. τὸ [[κάλλος]] Ἐπιστ. Σωκρ. 9.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[escogido]], [[seleccionado]] γυναῖκας Σικελικὰς τρεῖς ἀναλέκτους τὸ κάλλος Socr.<i>Ep</i>.9.1, παιδία <i>SB</i> 4425.3.21.
}}
}}

Revision as of 12:12, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάλεκτος Medium diacritics: ἀνάλεκτος Low diacritics: ανάλεκτος Capitals: ΑΝΑΛΕΚΤΟΣ
Transliteration A: análektos Transliteration B: analektos Transliteration C: analektos Beta Code: a)na/lektos

English (LSJ)

ον,

   A select, choice, γυναῖκες ἀ. τὸ κάλλος Socr.Ep.9. -lectris, -idos, dub. in Ov.AA3.273 (v. ἀναληπτρίς).

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάλεκτος: -ον, ἐκλεκτός, ἐξαίρετος, γυναῖκες ἀν. τὸ κάλλος Ἐπιστ. Σωκρ. 9.

Spanish (DGE)

-ον
escogido, seleccionado γυναῖκας Σικελικὰς τρεῖς ἀναλέκτους τὸ κάλλος Socr.Ep.9.1, παιδία SB 4425.3.21.