τρυμάτιον: Difference between revisions

From LSJ
Pindar, Pythian, 8.95f.
(6_22)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῡμάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[τρῦμα]]. τὰ ἄνω τρυμάτια τοῦ ἐπὶ τῷ ἰστῷ ὀργάνου Ἐτυμ. Μέγ. 752, 52. ἐν λ. [[τερθρεία]].
|lstext='''τρῡμάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[τρῦμα]]. τὰ ἄνω τρυμάτια τοῦ ἐπὶ τῷ ἰστῷ ὀργάνου Ἐτυμ. Μέγ. 752, 52. ἐν λ. [[τερθρεία]].
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[τρῡμα</i>, <i>τρύματος]]<br />([[κατά]] το Μέγα Ετυμολογικόν) υποκορ. του [[τρύμα]].
}}
}}

Revision as of 12:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῡμάτιον Medium diacritics: τρυμάτιον Low diacritics: τρυμάτιον Capitals: ΤΡΥΜΑΤΙΟΝ
Transliteration A: trymátion Transliteration B: trymation Transliteration C: trymation Beta Code: truma/tion

English (LSJ)

τό, Dim. of τρῦμα, EM752.51 (τρυμμ-, prob.

   A f.l. for τρημάτιον).

Greek (Liddell-Scott)

τρῡμάτιον: τό, ὑποκορ. τοῦ τρῦμα. τὰ ἄνω τρυμάτια τοῦ ἐπὶ τῷ ἰστῷ ὀργάνου Ἐτυμ. Μέγ. 752, 52. ἐν λ. τερθρεία.

Greek Monolingual

τὸ, Α [[τρῡμα, τρύματος]]
(κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) υποκορ. του τρύμα.