κτίστωρ: Difference between revisions
From LSJ
τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart
(6_19) |
(sl1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κτίστωρ''': -ορος, ὁ, = [[κτίστης]], Αἴτνας Πινδ. Ἀποσπ. 71˙ Ἀσιάδος χθονὸς Εὐρ. Ἴων 74˙ ὁ τῆς στοᾶς κτ., ἐπὶ τοῦ Ζήνωνος, Ἀθήν. 370C· ἀγαθῶν... εὑρετὴν καὶ κτίστορα Δίφιλ. (;) ἐν Ἀδήλ. 52. | |lstext='''κτίστωρ''': -ορος, ὁ, = [[κτίστης]], Αἴτνας Πινδ. Ἀποσπ. 71˙ Ἀσιάδος χθονὸς Εὐρ. Ἴων 74˙ ὁ τῆς στοᾶς κτ., ἐπὶ τοῦ Ζήνωνος, Ἀθήν. 370C· ἀγαθῶν... εὑρετὴν καὶ κτίστορα Δίφιλ. (;) ἐν Ἀδήλ. 52. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[κτίστωρ]]<br /> <b>1</b>[[founder]] κτίστορ Αἴτνας Hieron. fr. 105. 3. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 17 August 2017
English (LSJ)
ορος, ὁ,
A = κτίστης, Αἴτνας Pi.Fr.105; Ἀσιάδος χθονός E.Ion 74; ὁ τῆς στοᾶς κ., of Zeno, Ath.9.370c; ἀγαθῶν . . εὑρετὴν καὶ κτίστορα Diph.(?)138.
German (Pape)
[Seite 1520] ορος, ὁ, = κτιστής; Ἀσιάδος χθονός Eur. Ion 74; Αἴτνας Pind. bei Ar. Av. 926; Sp.; auch Ζήνων ὁ τῆς στοᾶς κτίστωρ, Ath. IX, 370 c.
Greek (Liddell-Scott)
κτίστωρ: -ορος, ὁ, = κτίστης, Αἴτνας Πινδ. Ἀποσπ. 71˙ Ἀσιάδος χθονὸς Εὐρ. Ἴων 74˙ ὁ τῆς στοᾶς κτ., ἐπὶ τοῦ Ζήνωνος, Ἀθήν. 370C· ἀγαθῶν... εὑρετὴν καὶ κτίστορα Δίφιλ. (;) ἐν Ἀδήλ. 52.