δηλητήριος: Difference between revisions
οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου → thou shalt not covet thy neighbor's wife, thou shalt not covet thy neighbour's wife, you shall not covet your neighbor's wife, you shall not covet your neighbour's wife
(6_16) |
(big3_11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δηλητήριος''': -ον, [[βλαπτικός]], φάρμακα Ἡρῳδιαν. 3. 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 3044. 42. 2) δηλητήριον (ἐνν. [[φάρμακον]]), τό, «φαρμάκι», Ἀριστ. Φυτ. 1. 5, 7, Πλούτ. 2. 662C. | |lstext='''δηλητήριος''': -ον, [[βλαπτικός]], φάρμακα Ἡρῳδιαν. 3. 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 3044. 42. 2) δηλητήριον (ἐνν. [[φάρμακον]]), τό, «φαρμάκι», Ἀριστ. Φυτ. 1. 5, 7, Πλούτ. 2. 662C. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [tb. -ος, -α, -ον Gal.11.763, 12.899, en Aët.8.45, Aët.3.162; plu. dat. -ίοισι Aret.<i>SA</i> 1.7.3, 2.10.3]<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[nocivo]], [[deletéreo]], [[venenoso]] φάρμακον <i>SIG</i> 37.1 (Teos V a.C.), I.<i>BI</i> 1.272, Dsc.4.142.1, Gal.1.404, 2.161, Aret.ll.cc., Ath.84f, Ps.Callisth.3.31B, D.C.72.14.4, <i>Epit</i>.8.15.6, Hdn.3.5.5, Clem.Al.<i>Prot</i>.10.89, Chrys.M.54.585, Sopat.<i>Tract</i>.92.6, Hsch., δυνάμεις Androm. en Gal.13.199, ἑρπετόν Plu.<i>Fluu</i>.18.9, ἰός Clem.Al.<i>Prot</i>.10.106, de plantas, Gal.11.683, Aët.1.294, Pall.<i>in Hp</i>.2.150, [[δένδρον]] ... δηλητηρίου δυνάμεως Gal.12.127, cf. 10.840, Aët.8.45, βαράθρου δηλητηρίαν αὔραν ἀποπνέοντος Aët.3.162<br /><b class="num">•</b>c. gen. τὸ δὲ [[αἷμα]] [[αὐτοῦ]] δηλητήριόν ἐστι τριχῶν <i>Cyran</i>.2.42.4.<br /><b class="num">2</b> fig. [[pernicioso]] de los vicios, Pall.<i>V.Chrys</i>.18.310, 19.144, cf. Gr.Nyss.<i>Apoll</i>.131.14.<br /><b class="num">II</b> subst. τὸ δ. (<i>sc</i>. φάρμακον) [[veneno]] κιτρίον ... ἀντιφάρμακόν ἐστι παντὸς δηλητηρίου Ath.84d, καὶ δηλητηρίου ψυχὴ δολερὰ πικρότερον Hld.8.8.2, τὰ ὑγιεινὰ καὶ τὰ νοσερὰ καὶ τὰ δηλητήρια Porph.<i>Abst</i>.3.8, cf. Dsc.5.97.2, Plu.2.662c, M.Ant.6.36, Hdn.1.17.10, Amph.<i>Exerc</i>.926, Basil.<i>Hex</i>.5.4, Lib.<i>Or</i>.64.33, Sopat.<i>Tract</i>.13.24, Cass.Fel.51, Iust.<i>Nou</i>.140 praef. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:58, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A noxious, φάρμακα SIG 37(Teos, v B. C.), cf. J.BJ1.13.10, Gal.Nat.Fac.3.7, Hdn.3.5.5. 2 δηλητήριον (sc. φάρμακον), τό, poison, Hp.Ep.19 (Hermes 53.69), Plu. 2.662c, Hdn.1.17.10, Lib.Or.64.33; τὰ ὑγιεινὰ καὶ τὰ νοσερὰ καὶ τὰ δ. Porph.Abst.3.8.
German (Pape)
[Seite 560] ον, schädlich; φάρμακον, Herodian. 3, 5, 9.
Greek (Liddell-Scott)
δηλητήριος: -ον, βλαπτικός, φάρμακα Ἡρῳδιαν. 3. 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 3044. 42. 2) δηλητήριον (ἐνν. φάρμακον), τό, «φαρμάκι», Ἀριστ. Φυτ. 1. 5, 7, Πλούτ. 2. 662C.
Spanish (DGE)
-ον
• Morfología: [tb. -ος, -α, -ον Gal.11.763, 12.899, en Aët.8.45, Aët.3.162; plu. dat. -ίοισι Aret.SA 1.7.3, 2.10.3]
I 1nocivo, deletéreo, venenoso φάρμακον SIG 37.1 (Teos V a.C.), I.BI 1.272, Dsc.4.142.1, Gal.1.404, 2.161, Aret.ll.cc., Ath.84f, Ps.Callisth.3.31B, D.C.72.14.4, Epit.8.15.6, Hdn.3.5.5, Clem.Al.Prot.10.89, Chrys.M.54.585, Sopat.Tract.92.6, Hsch., δυνάμεις Androm. en Gal.13.199, ἑρπετόν Plu.Fluu.18.9, ἰός Clem.Al.Prot.10.106, de plantas, Gal.11.683, Aët.1.294, Pall.in Hp.2.150, δένδρον ... δηλητηρίου δυνάμεως Gal.12.127, cf. 10.840, Aët.8.45, βαράθρου δηλητηρίαν αὔραν ἀποπνέοντος Aët.3.162
•c. gen. τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ δηλητήριόν ἐστι τριχῶν Cyran.2.42.4.
2 fig. pernicioso de los vicios, Pall.V.Chrys.18.310, 19.144, cf. Gr.Nyss.Apoll.131.14.
II subst. τὸ δ. (sc. φάρμακον) veneno κιτρίον ... ἀντιφάρμακόν ἐστι παντὸς δηλητηρίου Ath.84d, καὶ δηλητηρίου ψυχὴ δολερὰ πικρότερον Hld.8.8.2, τὰ ὑγιεινὰ καὶ τὰ νοσερὰ καὶ τὰ δηλητήρια Porph.Abst.3.8, cf. Dsc.5.97.2, Plu.2.662c, M.Ant.6.36, Hdn.1.17.10, Amph.Exerc.926, Basil.Hex.5.4, Lib.Or.64.33, Sopat.Tract.13.24, Cass.Fel.51, Iust.Nou.140 praef.