ἐγκαθορμίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

Ἀλλ᾽ ὑπ᾽ ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain

Sophocles, Antigone, 221-2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐγκαθορμίζομαι''': μέσ., [[εἰσέρχομαι]] εἰς τὸν λιμένα, ἀγκυροβολῶ, [[αὐτόσε]] Θουκ. 4. 1, πρβλ. Δίωνα Κ. 48. 49· [[οὕτως]] ἀόρ. παθ., Ἀρρ. Ἀνάβ. 2. 20, 8.
|lstext='''ἐγκαθορμίζομαι''': μέσ., [[εἰσέρχομαι]] εἰς τὸν λιμένα, ἀγκυροβολῶ, [[αὐτόσε]] Θουκ. 4. 1, πρβλ. Δίωνα Κ. 48. 49· [[οὕτως]] ἀόρ. παθ., Ἀρρ. Ἀνάβ. 2. 20, 8.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἐγκαθορμίσομαι;<br />entrer dans le port.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[καθορμίζω]].
}}
}}

Revision as of 19:44, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγκαθορμίζομαι Medium diacritics: ἐγκαθορμίζομαι Low diacritics: εγκαθορμίζομαι Capitals: ΕΓΚΑΘΟΡΜΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: enkathormízomai Transliteration B: enkathormizomai Transliteration C: egkathormizomai Beta Code: e)gkaqormi/zomai

English (LSJ)

Med.,

   A run into harbour, come to anchor, αὐτόσε Th.4.1, cf. D.C.48.49: aor. Pass., Arr.An.2.20.8.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκαθορμίζομαι: μέσ., εἰσέρχομαι εἰς τὸν λιμένα, ἀγκυροβολῶ, αὐτόσε Θουκ. 4. 1, πρβλ. Δίωνα Κ. 48. 49· οὕτως ἀόρ. παθ., Ἀρρ. Ἀνάβ. 2. 20, 8.

French (Bailly abrégé)

f. ἐγκαθορμίσομαι;
entrer dans le port.
Étymologie: ἐν, καθορμίζω.