αἱματοποιός: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably
(6_16) |
(big3_2) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αἱματοποιός''': -όν, = [[αἱματοποιητικός]], Ἑρμ. Τρισμ. Ἰατρομ. σ. 37. | |lstext='''αἱματοποιός''': -όν, = [[αἱματοποιητικός]], Ἑρμ. Τρισμ. Ἰατρομ. σ. 37. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-όν<br />[[que produce sangre]], [[δύναμις]] Gal.7.213, ὄνυξ Sch.E.<i>Hec</i>.90. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:54, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
αἱματοποιός: -όν, = αἱματοποιητικός, Ἑρμ. Τρισμ. Ἰατρομ. σ. 37.
Spanish (DGE)
-όν
que produce sangre, δύναμις Gal.7.213, ὄνυξ Sch.E.Hec.90.