νεόστατος: Difference between revisions

From LSJ

ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...

Source
(6_17)
(26)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νεόστατος''': -ον, νεωστὶ σταθείς, στερεωθείς, [[νεοπαγής]], Κ. Πορφυρ. σ. 91, καὶ Ἀρχαῖα Λεξικ.
|lstext='''νεόστατος''': -ον, νεωστὶ σταθείς, στερεωθείς, [[νεοπαγής]], Κ. Πορφυρ. σ. 91, καὶ Ἀρχαῖα Λεξικ.
}}
{{grml
|mltxt=[[νεόστατος]], -ον (ΑΜ, Α [[κυπριακός]] τ. νεFόστατος, -ον) αυτός που στερεώθηκε πρόσφατα, [[νεοπαγής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[στατός]] (<span style="color: red;"><</span> συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] <i>στά</i>- του [[ἵστημι]] / <i>ἵστᾱμι</i>), <b>πρβλ.</b> [[ορθό]]-<i>στατος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:02, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεόστατος Medium diacritics: νεόστατος Low diacritics: νεόστατος Capitals: ΝΕΟΣΤΑΤΟΣ
Transliteration A: neóstatos Transliteration B: neostatos Transliteration C: neostatos Beta Code: neo/statos

English (LSJ)

Cypr. νεϝόστατος,

   A = νεώτατος, latest, last, τᾶν ἐπαγομενᾶν ν. Inscr.Cypr.134 H.

Greek (Liddell-Scott)

νεόστατος: -ον, νεωστὶ σταθείς, στερεωθείς, νεοπαγής, Κ. Πορφυρ. σ. 91, καὶ Ἀρχαῖα Λεξικ.

Greek Monolingual

νεόστατος, -ον (ΑΜ, Α κυπριακός τ. νεFόστατος, -ον) αυτός που στερεώθηκε πρόσφατα, νεοπαγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο)- + στατός (< συνεσταλμένη βαθμίδα στά- του ἵστημι / ἵστᾱμι), πρβλ. ορθό-στατος].