ἐξ: Difference between revisions

From LSJ

Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod

Menander, Monostichoi, 193
(6_23)
(Bailly1_2)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξ''': Λατ. ex, ὁ [[πλήρης]] [[τύπος]] τῆς προθ. ἐκ, διαμείνας πρὸ φωνήεντος [[εἴτε]] ἐν συντάξει [[εἴτε]] ἐν συνθέσει, [[ὡσαύτως]] καὶ πρό τινων συμφώνων· [[οἷον]]. ἐξ [[σέθεν]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2292· ἐξ Σμύρνης 3137. 11, 81· ἐξ Ρηνείας 158. 26· [[ὡσαύτως]] ἐν τέλει στίχου [[μετὰ]] τὴν ἰδίαν πτῶσιν, κακῶν ἐξ Ἰλ. Ξ. 472, πρβλ. Θεόκρ. 22. 30.
|lstext='''ἐξ''': Λατ. ex, ὁ [[πλήρης]] [[τύπος]] τῆς προθ. ἐκ, διαμείνας πρὸ φωνήεντος [[εἴτε]] ἐν συντάξει [[εἴτε]] ἐν συνθέσει, [[ὡσαύτως]] καὶ πρό τινων συμφώνων· [[οἷον]]. ἐξ [[σέθεν]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2292· ἐξ Σμύρνης 3137. 11, 81· ἐξ Ρηνείας 158. 26· [[ὡσαύτως]] ἐν τέλει στίχου [[μετὰ]] τὴν ἰδίαν πτῶσιν, κακῶν ἐξ Ἰλ. Ξ. 472, πρβλ. Θεόκρ. 22. 30.
}}
{{bailly
|btext=v. [[ἐκ]].
}}
}}

Revision as of 19:56, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 861] praepos., statt ἐκ (w. m. s.), vor Vokalen.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξ: Λατ. ex, ὁ πλήρης τύπος τῆς προθ. ἐκ, διαμείνας πρὸ φωνήεντος εἴτε ἐν συντάξει εἴτε ἐν συνθέσει, ὡσαύτως καὶ πρό τινων συμφώνων· οἷον. ἐξ σέθεν Συλλ. Ἐπιγρ. 2292· ἐξ Σμύρνης 3137. 11, 81· ἐξ Ρηνείας 158. 26· ὡσαύτως ἐν τέλει στίχου μετὰ τὴν ἰδίαν πτῶσιν, κακῶν ἐξ Ἰλ. Ξ. 472, πρβλ. Θεόκρ. 22. 30.

French (Bailly abrégé)

v. ἐκ.