θετέος: Difference between revisions

From LSJ

Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last

Menander, Monostichoi, 395
(Bailly1_3)
(4)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[τίθημι]].
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[τίθημι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θετέος:''' -α, -ον,<br /><b class="num">I.</b> ρημ. επίθ., αυτός που τοποθετείται, σε Αριστ.<br /><b class="num">II.</b> <i>θετέον</i>, αυτό που πρέπει να τεθεί, σε Ξεν.
}}
}}

Revision as of 23:28, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θετέος Medium diacritics: θετέος Low diacritics: θετέος Capitals: ΘΕΤΕΟΣ
Transliteration A: thetéos Transliteration B: theteos Transliteration C: theteos Beta Code: qete/os

English (LSJ)

α, ον,

   A to be countedas, Pl.Epin.984a, Arist.Pol.1277b38.    II θετέον, one must establish, ἆθλα Pl.Lg.832e; one must assume, X. Mem.4.2.15; one must reckon, count, τοὺς βαναύσους πολίτας Arist. Pol.1277b35, cf. Satyr.Vit.Eur.Fr.39xv6, etc.; ἐν ἁμαρτίᾳ Ph.2.171.

German (Pape)

[Seite 1204] adj. verb. zu τίθημι, was zu setzen, anzunehmen ist; τούτων ἡμῖν θάτερα θετέα Plat. Epin. 984 a; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

θετέος: -α, -ον, ῥηματ. ἐπίθ., ὃν πρέπει νὰ θέσῃ τις, Πλάτ. Ἐπιν. 984 Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 5, 1. ΙΙ. θετέον, δεῖ τιθέναι, Πλάτ. Νόμ. 832 Ε, Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 14, κτλ.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
adj. verb. de τίθημι.

Greek Monotonic

θετέος: -α, -ον,
I. ρημ. επίθ., αυτός που τοποθετείται, σε Αριστ.
II. θετέον, αυτό που πρέπει να τεθεί, σε Ξεν.