ποικιλόμορφος: Difference between revisions
From LSJ
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
(Bailly1_4) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />aux formes diverses <i>ou</i> changeantes.<br />'''Étymologie:''' [[ποικίλος]], [[μορφή]]. | |btext=ος, ον :<br />aux formes diverses <i>ou</i> changeantes.<br />'''Étymologie:''' [[ποικίλος]], [[μορφή]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ποικῐλόμορφος:''' -ον, αυτός που έχει ποικίλη [[μορφή]], [[ποικιλόχρωμος]], σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:28, 31 December 2018
English (LSJ)
ον,
A variegated, ἱμάτια Ar.Pl.530; of many shapes, [θεά], of Fortune, Lyr.Alex.Adesp.34.1.
German (Pape)
[Seite 650] von bunter, mannichfaltiger Gestalt, buntfarbig, Ar. Plut. 530 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ποικῐλόμορφος: -ον, ποικιλόχρους, ποικιλοχρώματος, ἱμάτια Ἀριστοφ. Πλ. 530.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
aux formes diverses ou changeantes.
Étymologie: ποικίλος, μορφή.
Greek Monotonic
ποικῐλόμορφος: -ον, αυτός που έχει ποικίλη μορφή, ποικιλόχρωμος, σε Αριστοφ.