κατασταμνίζω: Difference between revisions

From LSJ

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source
(7)
 
(6_2)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=katastamni/zw
|Beta Code=katastamni/zw
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">draw off wine into a smaller vessel</b> (στάμνος), <b class="b2">rack off, bottle</b>, <b class="b3">οἶνος κατεσταμνισμένος</b> wine <b class="b2">in bottle</b>, <span class="bibl">Thphr.<span class="title">CP</span>2.18.4</span>; <b class="b3">λάγυνοι κατεσταμνισμένοι</b> bottles of wine, <span class="bibl">Nicostr.Com.11</span>:—Act., Com. ap. <span class="bibl">Poll.7.162</span>.</span>
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">draw off wine into a smaller vessel</b> (στάμνος), <b class="b2">rack off, bottle</b>, <b class="b3">οἶνος κατεσταμνισμένος</b> wine <b class="b2">in bottle</b>, <span class="bibl">Thphr.<span class="title">CP</span>2.18.4</span>; <b class="b3">λάγυνοι κατεσταμνισμένοι</b> bottles of wine, <span class="bibl">Nicostr.Com.11</span>:—Act., Com. ap. <span class="bibl">Poll.7.162</span>.</span>
}}
{{ls
|lstext='''κατασταμνίζω''': [[μεταγγίζω]] τὸν [[οἶνον]] ἐκ τῶν βυτίων εἰς μικρότερον [[ἀγγεῖον]] [[σταμνίον]] ([[στάμνος]]), [[οἶνος]] κατεσταμνισμένος, [[οἶνος]] εἰς στάμνας ἢ «φιάλας» τεθειμένος, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 18, 4· λάγυνοι κατεσταμνισμένοι, «φιάλαι» πεπληρωμέναι οἴνου, Νικόστρ. ἐν «Ἑκάτῃ» 1· τὸ κατασταμνίζειν τὸν [[οἶνον]] οἱ ποιηταὶ τῆς [[μέσης]] κωμῳδίας λέγουσι καὶ κατερᾶν [[Πολυδ]]. (Ζ΄, 162)·- μεταφορ., [[καταπίνω]], ῥοφῶ.
}}
}}

Revision as of 10:44, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατασταμνίζω Medium diacritics: κατασταμνίζω Low diacritics: κατασταμνίζω Capitals: ΚΑΤΑΣΤΑΜΝΙΖΩ
Transliteration A: katastamnízō Transliteration B: katastamnizō Transliteration C: katastamnizo Beta Code: katastamni/zw

English (LSJ)

   A draw off wine into a smaller vessel (στάμνος), rack off, bottle, οἶνος κατεσταμνισμένος wine in bottle, Thphr.CP2.18.4; λάγυνοι κατεσταμνισμένοι bottles of wine, Nicostr.Com.11:—Act., Com. ap. Poll.7.162.

Greek (Liddell-Scott)

κατασταμνίζω: μεταγγίζω τὸν οἶνον ἐκ τῶν βυτίων εἰς μικρότερον ἀγγεῖον σταμνίον (στάμνος), οἶνος κατεσταμνισμένος, οἶνος εἰς στάμνας ἢ «φιάλας» τεθειμένος, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 2. 18, 4· λάγυνοι κατεσταμνισμένοι, «φιάλαι» πεπληρωμέναι οἴνου, Νικόστρ. ἐν «Ἑκάτῃ» 1· τὸ κατασταμνίζειν τὸν οἶνον οἱ ποιηταὶ τῆς μέσης κωμῳδίας λέγουσι καὶ κατερᾶν Πολυδ. (Ζ΄, 162)·- μεταφορ., καταπίνω, ῥοφῶ.