πέροδος: Difference between revisions

From LSJ

οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn

Source
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πέροδος''': ἡ, Αἰολ. ἀντὶ [[περίοδος]], Πίνδ. Ν. 11. 51, ἴδε Böckh εἰς Ο. 6. 38, Ἐπιγραφ. Δελφ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 16.
|lstext='''πέροδος''': ἡ, Αἰολ. ἀντὶ [[περίοδος]], Πίνδ. Ν. 11. 51, ἴδε Böckh εἰς Ο. 6. 38, Ἐπιγραφ. Δελφ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 16.
}}
{{Slater
|sltr=[[πέροδος]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[revolution]] δένδρεά τ' [[οὐκ]] ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις [[ἄνθος]] εὐῶδες φέρειν (Eustath.: περιόδοις codd.) (N. 11.40), cf. fr. 314.
}}
}}

Revision as of 14:42, 17 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πέροδος Medium diacritics: πέροδος Low diacritics: πέροδος Capitals: ΠΕΡΟΔΟΣ
Transliteration A: pérodos Transliteration B: perodos Transliteration C: perodos Beta Code: pe/rodos

English (LSJ)

ἡ, Dor. for περίοδος, Pi.N.11.40, IG22.1126.16 (Delph., iv B. C.).

German (Pape)

[Seite 602] ἡ, äol. = περίοδος, Pind., s. Böckh Ol. 6, 38 N. 11, 40.

Greek (Liddell-Scott)

πέροδος: ἡ, Αἰολ. ἀντὶ περίοδος, Πίνδ. Ν. 11. 51, ἴδε Böckh εἰς Ο. 6. 38, Ἐπιγραφ. Δελφ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 16.

English (Slater)

πέροδος
   1 revolution δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν (Eustath.: περιόδοις codd.) (N. 11.40), cf. fr. 314.