διάρραμμα: Difference between revisions

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
(big3_11)
(9)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[costura]], [[sutura]] en el cuerpo de un delfín γνωρίσαντες ἐκ τοῦ διαρράματος Plu.2.978a.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[costura]], [[sutura]] en el cuerpo de un delfín γνωρίσαντες ἐκ τοῦ διαρράματος Plu.2.978a.
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[διάρραμμα]])<br />[[συρραφή]], [[συνένωση]] με [[ραφή]].
}}
}}

Revision as of 06:39, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάρραμμα Medium diacritics: διάρραμμα Low diacritics: διάρραμμα Capitals: ΔΙΑΡΡΑΜΜΑ
Transliteration A: diárramma Transliteration B: diarramma Transliteration C: diarramma Beta Code: dia/rramma

English (LSJ)

ατος, τό, (διαρράπτω)

   A seam, Plu.2.978a.

Greek (Liddell-Scott)

διάρραμμα: τό, (διαρράπτω) ῥαφή, Πλούτ. 2. 978Α.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
costura, sutura en el cuerpo de un delfín γνωρίσαντες ἐκ τοῦ διαρράματος Plu.2.978a.

Greek Monolingual

το (Α διάρραμμα)
συρραφή, συνένωση με ραφή.