ἀκαμαντολόγχας: Difference between revisions

From LSJ

Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter

Menander, Monostichoi, 171
(big3_2)
(2)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(ἀκᾰμαντολόγχᾱς) -ᾱ [[incansable con la lanza]] Σπαρτοί Pi.<i>I</i>.7.10.
|dgtxt=(ἀκᾰμαντολόγχᾱς) -ᾱ [[incansable con la lanza]] Σπαρτοί Pi.<i>I</i>.7.10.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀκαμαντολόγχας]] και [[ἀκαμαντολόγχης]], ο (Α)<br />ο [[ακάματος]], ο [[ακούραστος]] στον αγώνα με [[λόγχη]] και στον πόλεμο γενικότερα, [[πολεμόχαρος]], [[πολεμικός]]<br />«ἀκαμαντολογχᾱν Σπαρτῶν» (<b>Πινδ.</b> Ίσθμ. 7, 10).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀκάμας]]-<i>αντος</i> <span style="color: red;">+</span> [[λόγχη]].
}}
}}

Revision as of 06:24, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκᾰμαντολόγχας Medium diacritics: ἀκαμαντολόγχας Low diacritics: ακαμαντολόγχας Capitals: ΑΚΑΜΑΝΤΟΛΟΓΧΑΣ
Transliteration A: akamantolónchas Transliteration B: akamantolonchas Transliteration C: akamantologchas Beta Code: a)kamantolo/gxas

English (LSJ)

α, ὁ,

   A unwearied at the spear, Pi.I.7(6).10.

English (Slater)

ᾰκᾰμαντολόγχας
   1 unwearying with the spear, neverweary of battle Σπαρτῶν ἀκαμαντολογχᾶν (I. 7.10)

Spanish (DGE)

(ἀκᾰμαντολόγχᾱς) -ᾱ incansable con la lanza Σπαρτοί Pi.I.7.10.

Greek Monolingual

ἀκαμαντολόγχας και ἀκαμαντολόγχης, ο (Α)
ο ακάματος, ο ακούραστος στον αγώνα με λόγχη και στον πόλεμο γενικότερα, πολεμόχαρος, πολεμικός
«ἀκαμαντολογχᾱν Σπαρτῶν» (Πινδ. Ίσθμ. 7, 10).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκάμας-αντος + λόγχη.