βλυστάνω: Difference between revisions

From LSJ

πλὴν τῆς τεκούσης θῆλυ πᾶν μισῶ γένοςexcept for the one that gave birth to me, I hate the entire genus of women

Source
(big3_9)
(7)
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[borbotear]] fig. τὰς πηγαίας θεότητας ἀεννάως τὰ ἀγαθὰ βλυστανούσας Procl.<i>in Cra</i>.80, cf. Mich.<i>in PN</i> 51.1, <i>Et.Gud</i>.274.22.
|dgtxt=[[borbotear]] fig. τὰς πηγαίας θεότητας ἀεννάως τὰ ἀγαθὰ βλυστανούσας Procl.<i>in Cra</i>.80, cf. Mich.<i>in PN</i> 51.1, <i>Et.Gud</i>.274.22.
}}
{{grml
|mltxt=[[βλυστάνω]] (Α)<br />[[βλύζω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρεκτεταμένος τ. του [[βλύζω]] πιθ. [[κατά]] το [[βλαστάνω]]].
}}
}}

Revision as of 07:01, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βλυστάνω Medium diacritics: βλυστάνω Low diacritics: βλυστάνω Capitals: ΒΛΥΣΤΑΝΩ
Transliteration A: blystánō Transliteration B: blystanō Transliteration C: vlystano Beta Code: blusta/nw

English (LSJ)

= sq., Procl.in Cra.p.80P., Mich.in PN51.1, Et.Gud.

Spanish (DGE)

borbotear fig. τὰς πηγαίας θεότητας ἀεννάως τὰ ἀγαθὰ βλυστανούσας Procl.in Cra.80, cf. Mich.in PN 51.1, Et.Gud.274.22.

Greek Monolingual

βλυστάνω (Α)
βλύζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρεκτεταμένος τ. του βλύζω πιθ. κατά το βλαστάνω].