ἀσφαλτόπισσα: Difference between revisions

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
(big3_7)
(6)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[mezcla de asfalto y pez]] κατέχρισεν αὐτὴν (Θῖβιν) ἀσφαλτοπίσσῃ LXX <i>Ex</i>.2.3.
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[mezcla de asfalto y pez]] κατέχρισεν αὐτὴν (Θῖβιν) ἀσφαλτοπίσσῃ LXX <i>Ex</i>.2.3.
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἀσφαλτόπισσα]])<br />[[ονομασία]] της φυσικής ή της κατεργασμένης καθαρής ασφάλτου, ορυκτής προέλευσης ή προϊόντος του πετρελαίου.
}}
}}

Revision as of 06:59, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσφαλτόπισσα Medium diacritics: ἀσφαλτόπισσα Low diacritics: ασφαλτόπισσα Capitals: ΑΣΦΑΛΤΟΠΙΣΣΑ
Transliteration A: asphaltópissa Transliteration B: asphaltopissa Transliteration C: asfaltopissa Beta Code: a)sfalto/pissa

English (LSJ)

ἡ,

   A = πισσάσφαλτος, LXX Ex.2.3.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσφαλτόπισσα: ἡ, = πισσάσφαλτος, Ἑβδ. (Ἔξ. β΄, 3).

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
mezcla de asfalto y pez κατέχρισεν αὐτὴν (Θῖβιν) ἀσφαλτοπίσσῃ LXX Ex.2.3.

Greek Monolingual

η (Α ἀσφαλτόπισσα)
ονομασία της φυσικής ή της κατεργασμένης καθαρής ασφάλτου, ορυκτής προέλευσης ή προϊόντος του πετρελαίου.