βομβύκιον: Difference between revisions
ὁ λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν δρόμον τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin
(big3_9) |
(7) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ου, τό<br /><b class="num">1</b> [[capullo del gusano de seda]] τὰ βομβύκια ἀναλύουσι τῶν γυναικῶν τινὲς ἀναπηνιζόμεναι, κἄπειτα ὑφαίνουσιν Arist.<i>HA</i> 551<sup>b</sup>14.<br /><b class="num">2</b> [[insecto que zumba]], quizá [[abejorro]] o [[moscardón]] Sch.Ar.<i>Nu</i>.158.<br /><b class="num">3</b> fig. [[zumbido]] de los señuelos del diablo [[charlatanería]] τοιαῦτά τινα κινεῖ (ὁ [[διάβολος]]) βομβύκια Ath.Al.<i>Ep.Fonti</i> p.64. | |dgtxt=-ου, τό<br /><b class="num">1</b> [[capullo del gusano de seda]] τὰ βομβύκια ἀναλύουσι τῶν γυναικῶν τινὲς ἀναπηνιζόμεναι, κἄπειτα ὑφαίνουσιν Arist.<i>HA</i> 551<sup>b</sup>14.<br /><b class="num">2</b> [[insecto que zumba]], quizá [[abejorro]] o [[moscardón]] Sch.Ar.<i>Nu</i>.158.<br /><b class="num">3</b> fig. [[zumbido]] de los señuelos del diablo [[charlatanería]] τοιαῦτά τινα κινεῖ (ὁ [[διάβολος]]) βομβύκια Ath.Al.<i>Ep.Fonti</i> p.64. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[βομβύκιον]], το (Α)<br /><b>1.</b> [[είδος]] [[μελισσών]] που κατασκευάζουν φωλιές από πηλό<br /><b>2.</b> το [[κουκούλι]], το [[περίβλημα]] της προνύμφης διαφόρων εντόμων και [[κυρίως]] του μεταξοσκώληκα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[βομβύκιον]] με τη σημ. 1 <span style="color: red;"><</span> [[βόμβυξ]] (ΙΙ), ενώ με τη σημ. 2 <span style="color: red;"><</span> [[βόμβυξ]] (Ι)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:01, 29 September 2017
English (LSJ)
[ῡ], τό, species of
A mason-bee, Chalicodoma muraria, Arist.HA 555a13 (v.l. βομβυκοειδῶν). 2 small buzzing insect, Sch. Ar.Nu.158. II cocoon of silk-worm, Arist.HA551b14.
German (Pape)
[Seite 453] τό, Puppe, Kokon des Seidenwurms, Arist. H. A. 5, 19.
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 capullo del gusano de seda τὰ βομβύκια ἀναλύουσι τῶν γυναικῶν τινὲς ἀναπηνιζόμεναι, κἄπειτα ὑφαίνουσιν Arist.HA 551b14.
2 insecto que zumba, quizá abejorro o moscardón Sch.Ar.Nu.158.
3 fig. zumbido de los señuelos del diablo charlatanería τοιαῦτά τινα κινεῖ (ὁ διάβολος) βομβύκια Ath.Al.Ep.Fonti p.64.
Greek Monolingual
βομβύκιον, το (Α)
1. είδος μελισσών που κατασκευάζουν φωλιές από πηλό
2. το κουκούλι, το περίβλημα της προνύμφης διαφόρων εντόμων και κυρίως του μεταξοσκώληκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. βομβύκιον με τη σημ. 1 < βόμβυξ (ΙΙ), ενώ με τη σημ. 2 < βόμβυξ (Ι)].