γαπόνος: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist

Menander, Monostichoi, 563
(big3_9)
 
(8)
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[γεωπόνος]].
|dgtxt=v. [[γεωπόνος]].
}}
{{grml
|mltxt=[[γαπόνος]], ο (<b>δωρ. τ.</b>) (Α)<br />ο [[γεωργός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>γη</i> (δωρ. <i>γα</i>) <span style="color: red;">+</span> -[[πόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[πονώ]], <i>πονούμαι</i>. Συνώνυμο της αρχαίας [[επίσης]] λ. [[γεωπόνος]] «[[γεωργός]]»].
}}
}}

Revision as of 06:28, 29 September 2017

Spanish (DGE)

v. γεωπόνος.

Greek Monolingual

γαπόνος, ο (δωρ. τ.) (Α)
ο γεωργός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γη (δωρ. γα) + -πόνος < πονώ, πονούμαι. Συνώνυμο της αρχαίας επίσης λ. γεωπόνος «γεωργός»].