ἀναγεννητικός: Difference between revisions

From LSJ

τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion

Source
(big3_3)
(3)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[generador]], [[creador]] δραστικῶν εἰδώλων Iambl.<i>Myst</i>.3.28 (var.).
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[generador]], [[creador]] δραστικῶν εἰδώλων Iambl.<i>Myst</i>.3.28 (var.).
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (ΑΜ [[ἀναγεννητικός]], -ή, -όν) [[αναγεννῶ]]<br />ο [[ικανός]] να αναπαράγει ή να ξαναδημιουργεί, [[αναζωογονητικός]].
}}
}}

Revision as of 06:19, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναγεννητικός Medium diacritics: ἀναγεννητικός Low diacritics: αναγεννητικός Capitals: ΑΝΑΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: anagennētikós Transliteration B: anagennētikos Transliteration C: anagennitikos Beta Code: a)nagennhtiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A able to produce, εἰδώλων Iamb.Myst.3.28 (dub. l.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀναγεννητικός: -ή, -όν, = ἱκανὸς νὰ ἀναπαραγάγῃ, τινὸς Ἰαμβ. Μυστ. 3. 28.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
generador, creador δραστικῶν εἰδώλων Iambl.Myst.3.28 (var.).

Greek Monolingual

-ή, -ό (ΑΜ ἀναγεννητικός, -ή, -όν) αναγεννῶ
ο ικανός να αναπαράγει ή να ξαναδημιουργεί, αναζωογονητικός.