ἀνάστροφος: Difference between revisions

From LSJ

εἶτα ὁ γνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up

Source
(big3_4)
(4)
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> mat. [[recíproco]] Papp.828.17.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[inversamente]], [[al revés]] Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.71, Iambl.<i>VP</i> 118.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> mat. [[recíproco]] Papp.828.17.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[inversamente]], [[al revés]] Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.71, Iambl.<i>VP</i> 118.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνάστροφος]], -ον) [[αναστρέφω]]<br /><b>1.</b> [[αντίστροφος]], [[ανάποδος]], [[αντίξοος]]<br /><b>2.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ανάστροφα</i><br />αντίστροφα, [[ανάποδα]], [[παρά]] [[προσδοκία]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η ανάστροφη</i><br />[[ράπισμα]] με τη [[ράχη]] του χεριού, [[μπάτσος]].
}}
}}

Revision as of 06:22, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάστροφος Medium diacritics: ἀνάστροφος Low diacritics: ανάστροφος Capitals: ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: anástrophos Transliteration B: anastrophos Transliteration C: anastrofos Beta Code: a)na/strofos

English (LSJ)

ον,

   A = ἀναστρόφιος, Papp.828.17 (s.v.l.).

Spanish (DGE)

-ον
1 mat. recíproco Papp.828.17.
2 adv. -ως inversamente, al revés Chrysipp.Stoic.2.71, Iambl.VP 118.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνάστροφος, -ον) αναστρέφω
1. αντίστροφος, ανάποδος, αντίξοος
2. επίρρ. ανάστροφα
αντίστροφα, ανάποδα, παρά προσδοκία
3. το θηλ. ως ουσ. η ανάστροφη
ράπισμα με τη ράχη του χεριού, μπάτσος.