ψιλοτοπαρχία: Difference between revisions

From LSJ

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source
(6_9)
(47c)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ψῑλοτοπαρχία''': ἡ, [[ἐποπτεία]] ἐπὶ τόπου ἀφυτεύτου, (ψιλοῦ τόπου), ἀξίωμά τι ἐν Αἰγύπτῳ Böckh. Aeg. Ulkund. σ. 18.
|lstext='''ψῑλοτοπαρχία''': ἡ, [[ἐποπτεία]] ἐπὶ τόπου ἀφυτεύτου, (ψιλοῦ τόπου), ἀξίωμά τι ἐν Αἰγύπτῳ Böckh. Aeg. Ulkund. σ. 18.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />[[εποπτεία]] σε άδενδρο [[τόπο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ψιλός]] <span style="color: red;">+</span> [[τοπαρχία]].
}}
}}

Latest revision as of 06:29, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1400] ἡ, Aufsicht über ein unbepflanztes Feld, ein ägyptisches obrigkeitliches Amt, s. Böckh's Erkl. einer ägypt. Urkunde auf Papyrus p. 18.

Greek (Liddell-Scott)

ψῑλοτοπαρχία: ἡ, ἐποπτεία ἐπὶ τόπου ἀφυτεύτου, (ψιλοῦ τόπου), ἀξίωμά τι ἐν Αἰγύπτῳ Böckh. Aeg. Ulkund. σ. 18.

Greek Monolingual

ἡ, Α
εποπτεία σε άδενδρο τόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψιλός + τοπαρχία.