ἀπερίφραστος: Difference between revisions
From LSJ
Ὑπὸ γὰρ λόγων ὁ νοῦς μετεωρίζεται ἐπαίρεταί τ' ἄνθρωπος → Borne up by words, the mind soars aloft, and we reach the heights (Aristophanes, Birds 1447f.)
(big3_5) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[libre de perífrasis o circunloquios]], [[sencillo]] subst. τὸ γὰρ ἀ. ἦν pues lo sencillo era</i> Eust.1941.59.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[sin perífrasis]] ἀ. προφέρων εἶπεν Eust.1112.42. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[libre de perífrasis o circunloquios]], [[sencillo]] subst. τὸ γὰρ ἀ. ἦν pues lo sencillo era</i> Eust.1941.59.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[sin perífrasis]] ἀ. προφέρων εἶπεν Eust.1112.42. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Μ [[ἀπερίφραστος]], -ον)<br />αυτός που διατυπώνεται ρητά και κατηγορηματικά, [[χωρίς]] περιφράσεις ή περιστροφές. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:56, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A without circumlocution, Eust.1941.59. Adv.ἀπερί-τως ib.1112.42.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπερίφραστος: -ον, ὁ ἄνευ περιφράσεως, Εὐστ. 1941, 59. - Ἐπίρρ. -τως αὐτόθι 1112. 42.
Spanish (DGE)
-ον
1 libre de perífrasis o circunloquios, sencillo subst. τὸ γὰρ ἀ. ἦν pues lo sencillo era Eust.1941.59.
2 adv. -ως sin perífrasis ἀ. προφέρων εἶπεν Eust.1112.42.
Greek Monolingual
-η, -ο (Μ ἀπερίφραστος, -ον)
αυτός που διατυπώνεται ρητά και κατηγορηματικά, χωρίς περιφράσεις ή περιστροφές.