γλωσσοπέδη: Difference between revisions
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
(big3_10) |
(8) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ης, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> γλωττο- Chrys.M.49.36<br />[[mordaza]], [[atadura]], [[traba de la lengua]] ὥσπερ τινὶ γλωττοπέδῃ τῇ συμφορᾷ κατεχόμενοι βαρυτάτην κατέχουσιν ἡσυχίαν Chrys.M.49.36, cf. 52.688, fig., Chrys.<i>Laed</i>.7.44. | |dgtxt=-ης, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> γλωττο- Chrys.M.49.36<br />[[mordaza]], [[atadura]], [[traba de la lengua]] ὥσπερ τινὶ γλωττοπέδῃ τῇ συμφορᾷ κατεχόμενοι βαρυτάτην κατέχουσιν ἡσυχίαν Chrys.M.49.36, cf. 52.688, fig., Chrys.<i>Laed</i>.7.44. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Μ [[γλωσσοπέδη]])<br />[[φίμωτρο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[γλωσσοδέτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γλώσσα]] <span style="color: red;">+</span> [[πέδη]] «[[φρένο]], [[δεσμός]]»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:02, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
γλωσσοπέδη: ἡ, εἶδος φιμώτρου, Βυζ., Χρυσ. 2, 22Ε (Migne).
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
• Alolema(s): γλωττο- Chrys.M.49.36
mordaza, atadura, traba de la lengua ὥσπερ τινὶ γλωττοπέδῃ τῇ συμφορᾷ κατεχόμενοι βαρυτάτην κατέχουσιν ἡσυχίαν Chrys.M.49.36, cf. 52.688, fig., Chrys.Laed.7.44.
Greek Monolingual
η (Μ γλωσσοπέδη)
φίμωτρο
νεοελλ.
ο γλωσσοδέτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γλώσσα + πέδη «φρένο, δεσμός»].