θρηνητήριος: Difference between revisions
From LSJ
Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)
(6_4) |
(17) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θρηνητήριος''': α, ον = [[θρηνητικός]], ᾠδαὶ θρ. Εὐστ. 1372. 26. | |lstext='''θρηνητήριος''': α, ον = [[θρηνητικός]], ᾠδαὶ θρ. Εὐστ. 1372. 26. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[θρηνητήριος]], -ον (Α) [[θρηνητήρ]]<br />[[θρηνητικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:18, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,= θρηνητικός, ᾠδαὶ θ. Eust.1372.26.
German (Pape)
[Seite 1217] wehklagend, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
θρηνητήριος: α, ον = θρηνητικός, ᾠδαὶ θρ. Εὐστ. 1372. 26.
Greek Monolingual
θρηνητήριος, -ον (Α) θρηνητήρ
θρηνητικός.