μυχόθεν: Difference between revisions

From LSJ

πλέων επί οίνοπα πόντον επ' αλλοθρόους ανθρώπους → while sailing over the wine-dark sea to men of strange speech

Source
(Bailly1_3)
(26)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />du fond.<br />'''Étymologie:''' [[μυχός]], -θεν.
|btext=<i>adv.</i><br />du fond.<br />'''Étymologie:''' [[μυχός]], -θεν.
}}
{{grml
|mltxt=[[μυχόθεν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> από τον [[μυχό]], από τα εσώτατα δωμάτια του σπιτιού, από τον γυναικωνίτη («[[ἀωρόνυκτον]] [[ἀμβόαμα]] [[μυχόθεν]] ἔλακε περὶ φόβῳ», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μυχός]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>θεν</i>, που δηλώνει την από τόπου [[κίνηση]] (<b>πρβλ.</b> <i>θεό</i>-<i>θεν</i>, <i>κυκλό</i>-<i>θεν</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:01, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῠχόθεν Medium diacritics: μυχόθεν Low diacritics: μυχόθεν Capitals: ΜΥΧΟΘΕΝ
Transliteration A: mychóthen Transliteration B: mychothen Transliteration C: mychothen Beta Code: muxo/qen

English (LSJ)

Adv.

   A from the inmost part of the house, from the women's chambers, A.Ag.96 (anap.), Ch.35 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 224] aus dem Innersten, Aesch. Ag. 96, φόβος ἀμβόαμα μυχόθεν ἔλακε Ch. 35.

Greek (Liddell-Scott)

μῠχόθεν: Ἐπίρρ., ἐκ τοῦ μυχοῦ τῆς οἰκίας, ἐκ τοῦ γυναικῶνος, Αἰσχύλ. Ἀγ. 96, Χο. 35.

French (Bailly abrégé)

adv.
du fond.
Étymologie: μυχός, -θεν.

Greek Monolingual

μυχόθεν (Α)
επίρρ. από τον μυχό, από τα εσώτατα δωμάτια του σπιτιού, από τον γυναικωνίτη («ἀωρόνυκτον ἀμβόαμα μυχόθεν ἔλακε περὶ φόβῳ», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυχός + επιρρμ. κατάλ. -θεν, που δηλώνει την από τόπου κίνηση (πρβλ. θεό-θεν, κυκλό-θεν)].