ναῦσσον: Difference between revisions

From LSJ

Γυναικὶ κόσμοςτρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid

Menander, Monostichoi, 92
(8)
 
(26)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=nau=sson
|Beta Code=nau=sson
|Definition=τό, name of a tax, <span class="title">SIG</span>4.6 (Cyzicus, vi B.C.), 1000.1 (Cos, i B.C.).—In <span class="title">SIG</span>4 <b class="b3">-σσ-</b> is written T.
|Definition=τό, name of a tax, <span class="title">SIG</span>4.6 (Cyzicus, vi B.C.), 1000.1 (Cos, i B.C.).—In <span class="title">SIG</span>4 <b class="b3">-σσ-</b> is written T.
}}
{{grml
|mltxt=ναῡσσον, τὸ (Α)<br />[[ονομασία]] φορολογίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], δάνεια λ. καρικής προελεύσεως, [[χωρίς]] όμως να αποκλείεται και κάποια συγένειά του με το [[ναῦς]].
}}
}}

Revision as of 12:02, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναῦσσον Medium diacritics: ναῦσσον Low diacritics: ναύσσον Capitals: ΝΑΥΣΣΟΝ
Transliteration A: naûsson Transliteration B: nausson Transliteration C: naysson Beta Code: nau=sson

English (LSJ)

τό, name of a tax, SIG4.6 (Cyzicus, vi B.C.), 1000.1 (Cos, i B.C.).—In SIG4 -σσ- is written T.

Greek Monolingual

ναῡσσον, τὸ (Α)
ονομασία φορολογίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, δάνεια λ. καρικής προελεύσεως, χωρίς όμως να αποκλείεται και κάποια συγένειά του με το ναῦς.