παρδαλωτός: Difference between revisions

From LSJ

Ξένος ὢν ἀπράγμων ἴσθι καὶ πράξεις καλῶς → Rerum abstine peregrinus et vives bene → Als Fremder sei friedliebend und es geht dir gut

Menander, Monostichoi, 399
(Bailly1_4)
(31)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />tacheté comme une panthère <i>ou</i> un léopard.<br />'''Étymologie:''' [[πάρδαλος]].
|btext=ή, όν :<br />tacheté comme une panthère <i>ou</i> un léopard.<br />'''Étymologie:''' [[πάρδαλος]].
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, ΝΑ [[πάρδαλις]]<br />[[ποικιλόχρωμος]], με στίγματα σαν της λεοπάρδαλης<br /><b>νεοελλ.</b><br />(το αρσ. ως ουσ. <b>ζωολ.</b> ο [[παρδαλωτός]]<br />[[γένος]] μικρόσωμων ωδικών πουλιών της οικογένειας oicaeidae της τάξης [[στρουθιόμορφα]].
}}
}}

Revision as of 12:14, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρδᾰλωτός Medium diacritics: παρδαλωτός Low diacritics: παρδαλωτός Capitals: ΠΑΡΔΑΛΩΤΟΣ
Transliteration A: pardalōtós Transliteration B: pardalōtos Transliteration C: pardalotos Beta Code: pardalwto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A spotted like the pard, Luc.Bis Acc.8.

German (Pape)

[Seite 509] gepardelt, getigert, wie ein Panther gefleckt, καὶ κατεστιγμένος τὴν χρόαν, Luc. bis accus. 8.

Greek (Liddell-Scott)

παρδᾰλωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων στίγματα οἷα ἡ πάρδαλις, παρδαλός, κατεστιγμένοι καὶ παρδαλωτοὶ τὴν χρόαν Λουκ. Δὶς Κατηγ. 8.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
tacheté comme une panthère ou un léopard.
Étymologie: πάρδαλος.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΝΑ πάρδαλις
ποικιλόχρωμος, με στίγματα σαν της λεοπάρδαλης
νεοελλ.
(το αρσ. ως ουσ. ζωολ. ο παρδαλωτός
γένος μικρόσωμων ωδικών πουλιών της οικογένειας oicaeidae της τάξης στρουθιόμορφα.