πεντορκία: Difference between revisions
From LSJ
(6_10) |
(31) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντορκία''': ἡ, Ἐπιγρ. Λοκρική, ἔκδ. Ἰω. Οἰκ. [[Κατὰ]] τὸν ἐκδ. σημαίνει ἡ [[λέξις]] ὅρκον, καθ’ ὃν οἱ ὁρκιζόμενοι ἐπεκαλοῦντο [[πέντε]] θεούς, πρβλ. Hicks σ. 31, 17. | |lstext='''πεντορκία''': ἡ, Ἐπιγρ. Λοκρική, ἔκδ. Ἰω. Οἰκ. [[Κατὰ]] τὸν ἐκδ. σημαίνει ἡ [[λέξις]] ὅρκον, καθ’ ὃν οἱ ὁρκιζόμενοι ἐπεκαλοῦντο [[πέντε]] θεούς, πρβλ. Hicks σ. 31, 17. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α<br />το να ορκίζεται [[κανείς]] σε [[πέντε]] θεούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντ</i>- (<b>βλ.</b> <i>πεντα</i>-) <span style="color: red;">+</span> -<i>ορκία</i> (<span style="color: red;"><</span> -<i>ορκος</i> <span style="color: red;"><</span> [[ὅρκος]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:15, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A oath by five gods, IG 9(1).333.16 (Locr., v B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
πεντορκία: ἡ, Ἐπιγρ. Λοκρική, ἔκδ. Ἰω. Οἰκ. Κατὰ τὸν ἐκδ. σημαίνει ἡ λέξις ὅρκον, καθ’ ὃν οἱ ὁρκιζόμενοι ἐπεκαλοῦντο πέντε θεούς, πρβλ. Hicks σ. 31, 17.
Greek Monolingual
ἡ, Α
το να ορκίζεται κανείς σε πέντε θεούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντ- (βλ. πεντα-) + -ορκία (< -ορκος < ὅρκος)].