περιπορφυρόσημος: Difference between revisions

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
(6_2)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιπορφῠρόσημος''': [[παῖς]], ὁ, ὁ τὴν περιπόρφυρον ἐσθῆτα περιβεβλημένος, Λατ. puer praetextatus, Ἀνθ. Π. 12. 185.
|lstext='''περιπορφῠρόσημος''': [[παῖς]], ὁ, ὁ τὴν περιπόρφυρον ἐσθῆτα περιβεβλημένος, Λατ. puer praetextatus, Ἀνθ. Π. 12. 185.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α (ενν. <i>παῑς</i>) [[παιδί]] ντυμένο το περιπόρφυρο [[ένδυμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[περιπόρφυρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σημος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σῆμα]])].
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιπορφῠρόσημος Medium diacritics: περιπορφυρόσημος Low diacritics: περιπορφυρόσημος Capitals: ΠΕΡΙΠΟΡΦΥΡΟΣΗΜΟΣ
Transliteration A: periporphyrósēmos Transliteration B: periporphyrosēmos Transliteration C: periporfyrosimos Beta Code: periporfuro/shmos

English (LSJ)

παῖς, ὁ, = Lat.

   A puer praetextatus, AP12.185 (Strat.).

German (Pape)

[Seite 589] παῖς, ein Knabe in der Prätexta, die einen purpurnen Streif od. eine Verbrämung hat, Strat. 27 (XII, 185).

Greek (Liddell-Scott)

περιπορφῠρόσημος: παῖς, ὁ, ὁ τὴν περιπόρφυρον ἐσθῆτα περιβεβλημένος, Λατ. puer praetextatus, Ἀνθ. Π. 12. 185.

Greek Monolingual

ὁ, Α (ενν. παῑς) παιδί ντυμένο το περιπόρφυρο ένδυμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περιπόρφυρος + -σημος (< σῆμα)].