σκηνωτός: Difference between revisions

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
(6_11)
(37)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκηνωτός''': -ή, -όν, ὁ ἐπὶ τῆς σκηνῆς παριστανόμενος, [[σκηνικός]], [[θεατρικός]], Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχῶν Πολιτικ. 1. 40.
|lstext='''σκηνωτός''': -ή, -όν, ὁ ἐπὶ τῆς σκηνῆς παριστανόμενος, [[σκηνικός]], [[θεατρικός]], Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχῶν Πολιτικ. 1. 40.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Μ [<i>σκηνῶ</i> (III)]<br />αυτός που παριστάνεται, που παρουσιάζεται [[πάνω]] στη [[σκηνή]] θεάτρου, [[θεατρικός]].
}}
}}

Revision as of 12:29, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκηνωτός Medium diacritics: σκηνωτός Low diacritics: σκηνωτός Capitals: ΣΚΗΝΩΤΟΣ
Transliteration A: skēnōtós Transliteration B: skēnōtos Transliteration C: skinotos Beta Code: skhnwto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A represented on the stage, scenic, Lyd. Mag.1.40.

Greek (Liddell-Scott)

σκηνωτός: -ή, -όν, ὁ ἐπὶ τῆς σκηνῆς παριστανόμενος, σκηνικός, θεατρικός, Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχῶν Πολιτικ. 1. 40.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Μ [σκηνῶ (III)]
αυτός που παριστάνεται, που παρουσιάζεται πάνω στη σκηνή θεάτρου, θεατρικός.