σταφιδευταῖος: Difference between revisions
From LSJ
Ἀνάπαυσίς ἐστι τῶν κακῶν ἀπραξία → Mali est levamen esse sine negotio → Erleichterung vom Unglück bringt Untätigkeit
(6_4) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στᾰφῐδευταῖος''': -α, -ον, (σταφὶς) ὁ ἐκ ξηρῶν σταφυλῶν [[ἤτοι]] σταφίδων, ὡς τὸ [[στεμφυλίτης]], Ἱππ. 497. 8· σταφίδιος [[οἶνος]], ὁ ἐξ ἀσταφίδων, [[αὐτόθι]] 7· σταφιδίτης [[οἶνος]] Γλωσσ., ἑτέρα γραφὴ σταφιδευτέος, ἴδε Θ. Παπαδημητρακόπουλου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σ. 111. | |lstext='''στᾰφῐδευταῖος''': -α, -ον, (σταφὶς) ὁ ἐκ ξηρῶν σταφυλῶν [[ἤτοι]] σταφίδων, ὡς τὸ [[στεμφυλίτης]], Ἱππ. 497. 8· σταφίδιος [[οἶνος]], ὁ ἐξ ἀσταφίδων, [[αὐτόθι]] 7· σταφιδίτης [[οἶνος]] Γλωσσ., ἑτέρα γραφὴ σταφιδευτέος, ἴδε Θ. Παπαδημητρακόπουλου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σ. 111. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-αία, -ον, Α<br /><b>φρ.</b> «σταφιδευταῑος [[οἶνος]]» — [[κρασί]] από [[ξηρή]] [[σταφίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σταφίς]], -[[ίδος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖοςπιθ</i>. μέσω αμάρτυρου <i>σταφιδευτής</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:32, 29 September 2017
English (LSJ)
α, ον, (σταφίς)
A of dried grapes,= στεμφυλίτης, τρύγες Hp.Morb.3.17; σταφίδιοι οἶνοι raisin wines, ibid.; σταφιδίτης οἶνος Orib.Fr.19, Gloss.
German (Pape)
[Seite 930] von getrockneten und gepreßten Weinbeeren, Hippocr., τρὺξ στεμφυλῖτις σταφ.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰφῐδευταῖος: -α, -ον, (σταφὶς) ὁ ἐκ ξηρῶν σταφυλῶν ἤτοι σταφίδων, ὡς τὸ στεμφυλίτης, Ἱππ. 497. 8· σταφίδιος οἶνος, ὁ ἐξ ἀσταφίδων, αὐτόθι 7· σταφιδίτης οἶνος Γλωσσ., ἑτέρα γραφὴ σταφιδευτέος, ἴδε Θ. Παπαδημητρακόπουλου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σ. 111.
Greek Monolingual
-αία, -ον, Α
φρ. «σταφιδευταῑος οἶνος» — κρασί από ξηρή σταφίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφίς, -ίδος + κατάλ. -αῖοςπιθ. μέσω αμάρτυρου σταφιδευτής].