θυμίδιον: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
(17)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θυμίδιον]], τὸ (Α)<br />υποκορ. του [[θυμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θυμός]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]], <b>[[πρβλ]].</b> <i>εγχειρ</i>-<i>ίδıoν</i>, <i>χοιρ</i>-[[ίδιον]]].
|mltxt=[[θυμίδιον]], τὸ (Α)<br />υποκορ. του [[θυμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θυμός]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]], <b>[[πρβλ]].</b> <i>εγχειρ</i>-<i>ίδıoν</i>, <i>χοιρ</i>-[[ίδιον]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θῡμίδιον:''' τό, υποκορ. του [[θυμός]], σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 18:56, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῡμίδιον Medium diacritics: θυμίδιον Low diacritics: θυμίδιον Capitals: ΘΥΜΙΔΙΟΝ
Transliteration A: thymídion Transliteration B: thymidion Transliteration C: thymidion Beta Code: qumi/dion

English (LSJ)

τό, Dim. of θυμός, Ar.V.878.

German (Pape)

[Seite 1223] τό, dim. von θυμός, Ar. Vesp. 878.

Greek (Liddell-Scott)

θῡμίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ θυμός, Ἀριστοφ. Σφηξ. 878.

Greek Monolingual

θυμίδιον, τὸ (Α)
υποκορ. του θυμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θυμός + υποκορ. κατάλ. -ίδιον, πρβλ. εγχειρ-ίδıoν, χοιρ-ίδιον].

Greek Monotonic

θῡμίδιον: τό, υποκορ. του θυμός, σε Αριστοφ.